Ολοκληρωνουμε σήμερα αγαπητοί αδελφοί με τη χάρη του Τριαδικού μας Θεού και με την σημερινή μας ομιλία τις 7 ημερες εκδηλώσεις που διοργάνωσε ο Ιερός μας Ναός επί τη χαρμοσύνω εορτή του Αγίου Μεγαλομάρτυρος Δημητρίου του Μυροβλύτου, προστάτου, εφόρου, πολιούχου και ακοιμήτου πρεσβευτού της Ενορίας μας. Και ολοκληρώνουμε αυτό το ευλογημένο οδοιπορικό , αυτήν ευλογημένη περιπλάνηση αυτών των ημερών με την σημερινή μας ομιλία για να τιμήσουμε ένα πρόσωπο που έπαιξε σημαντικό ρόλο …τον σημαντικότερο .. σε όλους τους σταθμούς της Ιστορίας του ελληνικού μας γένους. Την Υπέρμαχο στρατηγό. Την Υπεραγία Θεοτόκο..
Η Υπεραγία Θεοτόκος στάθηκε Σκέπη, προστάτις και ακοίμητος φρουρός του Γένους μας από τότε που οι προγονοί μας ασπάστηκαν την πίστη του Χριστού. Η θαυματουργική της επέμβαση εκδηλώθηκε σε πολλές κρίσιμες στιγμές της Ιστορίας, ιδιαίτερα όταν εξέλιπε κάθε ανθρώπινη βοήθεια. Και τι να πρωτοθυμηθεί κανείς; Ποιους σταθμούς της ελληνικής ιστορίας από μέσα στο ψηφιδωτό του χρόνου μπορεί κανείς να θυμηθεί όπου η Παναγία στάθηκε στο πλευρό του Ελληνικού γένους, σκεπάζοντας με την αγιασμένη της μορφή κάθε Έλληνα που προασπίζονταν τα δίκαια συμφέροντα της φυλής του;
Πως να προσπαθήσουμε να ανασύρουμε από το χρόνο τις τόσες σημαντικές στιγμές της ιστορίας της πονεμένης Ρωμιοσύνης, στις οποίες ήταν εμφανέστατη η επέμβαση και η προστασία της Υπεραγίας Θεοτόκου, η οποία σε εκείνες τις δύσκολες ώρες έσωσε με τη μεσιτεία της το λαό της και στάθηκε Σκέπη, καταφυγή και παραμυθία. Βέβαια εξυπακούεται ότι η Παναγία από τη Γέννηση της αλλά και με την Αγία της Κοίμηση και Μετάσταση, τον κόσμον ου κατέλιπε και μέχρι σήμερα οι θαυμαστές επεμβάσεις της είναι τόσες….ώστε μια προσπάθεια καταγραφής όλων θα ήταν ένα εγχείρημα ανέφικτο και παράλογο. Να θυμηθούμε τις θαυμαστές επεμβάσεις της στο Ναό της Παναγία στο Μπαλουκλί με το αγίασμά της, να θυμηθούμε την τελική νίκη κατά των Περσών; Να θυμηθούμε την πολιορκία της Κων/λης από τους Αβάρους και την περίφημη ακολουθία του Ακαθιστου Ύμνου; Να θυμηθούμε την θαυματουργή επέμβαση της στην πολιορκία της Κωνλης από τους άραβες το 717; Να θυμηθούμε τα θαύματα που επιτέλεσε στην Βασιλεύουσα κατά την επιδρομή των Σαρακηνών και των Βουλγάρων περίπου το 830μχ ; Να θυμηθούμε περίοδο της ακμής της Βυζαντινής αυτοκρατορίας με την επέμβαση της Θεοτόκου η οποία είναι άρρηκτα συνδεδεμένη με τις κορυφαίες στιγμές του Βυζαντίου; Να θυμηθούμε τα θαύματα της Παναγίας μας στην περίοδο της Τουρκοκαρατίας; Να θυμηθούμε το Γέρο του Μοριά όταν γονάτιζε μπροστά στο εικόνισμα της Παναγίας μας ζητώντας της γονατιστός να βοηθήσει η Παναγία τους έλληνες να εμψυχωθούν; Να θυμηθούμε το Μακρυγιάννη στα Απομνημονεύματά του, με τι πίστη μπροστά στο εικόνισμα της Παναγίας αναφερόταν ; Να θυμηθούμε τον Καραϊσκάκη και το τάμα του στην παναγία την Προυσιώτισσα προκειμένου να ελευθερωθεί η πατρίδα και την υπόσχεση του να ασημώσει την εικόνα της ;
Αλλά και στον κατά θάλασσα αγώνα οι ηρωικοί καπεταναίοι και πυρπολυτές Εκείνη είχαν ως Υπέρμαχη Στρατηλάτισσα και σε εκείνη απέδιδαν ταπεινά τις επιτυχίες και τους θριάμβους τους. Αλλά και στο ηρωικό Μεσολόγγι αυτή ήταν που εμψύχωνε τους εξοδίτες με την θαυματουργική της επέμβαση και τη διάσωση των μοναχών από την ιστορική Ιερά Μονή Παναγίας Λεσινιώτιισας.
Αλλά και στη νεότερη ιστορία με τη Μικρασιατική καταστροφή πόσες θαυματουργικές επεμβάσεις ιστορούνται της Παναγίας μας με τη διάσωση των θαυματουργών εικόνων της από τη μανία των τούρκων. Η Κυρά του Πόντου η Παναγία Σουμελά, Παναγία Μηχανιώνα, Παναγία η Φανερωμένη στη Νέα Αρτάκη Ευβοίας, Παναγία η Γρηγορούσα . Πόσα ιερά λείψανα διεσώθησαν και έφτασαν στην ελληνική επικράτεια και στις νέα πατρίδες των κατατρεγμένων προσφύγων με τη θαυματουργική επέμβαση της Παναγίας στα πέτρινα χρόνια του χαλασμού με τον ξεριζωμό των Ελλήνων από τη Μικρά Ασία.
Και φτάνουμε αγαπητοί στο πρόσφατο παρελθόν μας και στο ηρωικό έπος του 1940 και στην ζωντανή παρουσία της Θεοτόκου . Ανήμερα της 28ης Οκτωβρίου πρέπει να αναφέρουμε ότι εκτός από τη μεγάλη Εθνική μας εορτή (Επέτειος του ΟΧΙ) γιορτάζουμε και την Αγία Σκέπη της Θεοτόκου. Δεν είναι τυχαίο ότι οι δύο σημαντικότερες εθνικές γιορτές του έθνους μας έχουν το ιδιαίτερο χαρακτηριστικό να συνεορτάζονται με μία γιορτή της Παναγίας. Την 25η Μαρτίου γιορτάζουμε τον Ευαγγελισμό της Θεοτόκου, ενώ την 28η Οκτωβρίου την Αγία Σκέπη της Θεοτόκου. Η γιορτή αυτή μετατέθηκε από την εκκλησία μας από την 1η Οκτωβρίου… την 28η ως ένδειξη ευγνωμοσύνης προς την Παναγία μας για τη σκέπη και την προστασία της στον αγώνα των Ελλήνων απέναντι στους Ιταλούς, αρχικά, και, αργότερα, σε όλη τη διάρκεια της εθνικής αντίστασης
Είναι πολύ χαρακτηριστικό το γεγονός πως, κατά την δύσκολη εκείνη στιγμή, σύσσωμο το Έθνος μας, παρά τις κάποιες ελάχιστες θλιβερές εξαιρέσεις, έστρεψε το βλέμμα του στο Θεό και την Παναγία για την σωτηρία του.
Οι ηρωικοί στρατιώτες μας, πριν φύγουν για το μέτωπο, τα χιονισμένα βουνά της Πίνδου και της Βορείου Ηπείρου, έπαιρναν μαζί τους, εκτός από την ευχή των ευσεβών γονιών τους, την πίστη στο Θεό και την βεβαιότητα ότι θα τους συντροφεύει στα φονικά πεδία των μαχών η Θεοτόκος. Οι υπέροχες χριστιανές μανάδες τους έδιναν μικρά εικονίσματα της Παναγίας, με την προτροπή να μην τα βγάλουν ποτέ από πάνω τους.
Τους συμβούλευαν επίσης να κάνουν την προσευχή τους και να ελπίζουν ότι, ο Θεός και η Παναγία θα τους προστατέψει και θα τους χαρίσει την πολυπόθητη νίκη. Ότι, ο Θεός της δικαιοσύνης και ο προστάτης της ανθρώπινης αξιοπρέπειας, θα τιμωρούσε όπως ταίριαζε τους υπερφίαλους φασίστες εισβολείς. Τους έδιναν ακόμα και σταυρουδάκια, να είναι ο Τίμιος Σταυρός η ισχυρή πανοπλία, που θα τους προστατεύει από τα φονικά πυρά των εχθρών.
Τα παλληκάρια μας έφυγαν για το μέτωπο, «με το χαμόγελο στα χείλη», όπως έγραψαν οι χρονικογράφοι της εποχής, σαν να πήγαιναν σε πανηγύρι!
Αυτό το χαμόγελο της αισιοδοξίας και της χαράς προέρχονταν αναμφίβολα από την πίστη τους στο Θεό και την αρωγή της Παναγίας μας, η Οποία είχε ήδη τεθεί ως η πραγματική αρχηγός του στρατεύματός μας.
Μάθαμε αγαπητοί… όλοι οι Έλληνες να μιλάμε για το έπος του 1940 στα Βουνά της Πίνδου.
Είναι όμως έπος των Ελλήνων η έπος της Παναγίας; Από τις διηγήσεις των στρατιωτών που θα ακολουθήσουν θα δούμε ότι ήταν έπος της Παναγίας και σ’ Αυτήν έπρεπε οι Έλληνες να αποδίδουμε τιμή όπως μας λέει ένα τροπάριο των αίνων της Αγίας Σκέπης.
Την Αειπάρθενον Κόρην και Θεοτόκον Αγνήν, την των πολεμουμένων, συμμαχίαν και σκέπην, ημών δε εξαιρέτως καταφυγήν, και ετοίμην βοήθειαν, ανευφημήσωμεν σύμπασα η Ελλάς, μεγαλύνοντες την Σκέπην αυτής.
Τα καλύτερα συναξάρια Αγίων αγαπητοί … τα γράφουν τόσο οι ομόψυχοι τους Άγιοι, όσο και αυτοί που τους έζησαν από κοντά και κατάφεραν να δουν, έστω για λίγο, μέσα από τα μάτια και την ψυχή των αγίων αυτών.
Έτσι και τα καλύτερα στοιχεία για ένα αντίστοιχο πολεμικό ή καλύτερα ηρωικό συναξάρι για τον ελληνισμό της εποποιίας του αγώνα του ’40, μόνον κάποιος που το έζησε εξ επαφής και επί τόπου, θα μπορούσε να τα καταγράψει, αλλά και να τα αναπαραστήσει και να τα ζωντανέψει.
Για τον λόγο αυτό, και εμείς σήμερα, θα παρουσιάσουμε μερικές μοναδικές εμπειρίες, όπως τις κατέγραψαν οι ήρωες αγωνιστές και επιζήσαντες. Εκεί όπου το δίκιο των Ελλήνων, απέναντι στην άδικη επίθεση της φασιστικής Ιταλίας του Μουσολίνι, μαζί με την αυταπάρνηση, την θυσία και τον ηρωισμό των Ελλήνων στρατιωτών, και όλου του ελληνικού λαού, κέρδισε και την εύνοια του ελέους του Θεού.
Γι αυτό, και η Υπεραγία Θεοτόκος, η Υπέρμαχος Στρατηγός θα φανεί οφθαλμοφανώς στους στρατιώτες μας, θα τους δώσει νερό στην δίψα τους, θα τους προειδοποιήσει την ώρα της έναρξης της μεγάλης αντεπίθεσης των Ιταλών και θα τους ενθαρρύνει υποσχόμενη την δική της συμβολή στην μάχη.
Η Παναγία μας ήταν το πιο … προκεχωρημένο φυλάκιο του λαού και του στρατού μας! Και η ευλογημένη αυτή εύνοια και επίσκεψη έφερνε κατάνυξη και συντριβή στους στρατιώτες μας.
Εμφανίσεις και θαύματα της Παναγίας σημειώθηκαν σε πολλές περιοχές του Ελλαδικού χώρου κατά τη διάρκεια του πολέμου ιδίως στ χιονισμένα και αιματοβαμμένα βουνά της Πίνδου όπου οι στρατιώτες έβλεπαν με τα μάτια της πίστης τους να τους εμψυχώνει στον αγώνα τους και να τους σκεπάζει η γλυκιά τους Παναγία . Αλλά και οι ίδιοι οι Ιταλοί αιχμάλωτοι ομολογούσαν την εμφάνιση της Παναγίας και μάλιστα βλέποντας την να οδηγεί τους Έλληνες στρατιώτες εναντίον τους! Έτσι, και αυτοί, καταλάβαιναν ότι δεν μπορούσαν να κάνουν τίποτε και γι’ αυτό παραδίδονταν αμαχητί!
Η παρουσία της Παναγίας στο Μέτωπο διαπιστώθηκε σε πολλές περιπτώσεις».
Δεν Την έβλεπαν μόνον οι πολεμιστές, αλλά και οι υπέροχες και γενναίες ηπειρώτισσες γυναίκες, οι θρυλικές «Γυναίκες της Πίνδου», οι οποίες προσέφεραν ανεκτίμητη υπηρεσία στον αγώνα, τροφοδοτώντας το στράτευμα με πολεμοφόδια και τρόφιμα, τα οποία μετέφεραν στην πλάτη τους.
Βαδίζοντας στα χιονισμένα και δύσβατα μονοπάτια των ηπειρώτικων κακοτράχαλων βουνών, με βαριά και επικίνδυνα φορτία στην πλάτη, νηστικές, παγωμένες, άυπνες και αποκαμωμένες από την κούραση, έβλεπαν συχνά μια γυναικεία φιγούρα να προηγείται στην πορεία τους, να τις καθοδηγεί με ασφάλεια στις μονάδες, οι οποίες περίμεναν τα εφόδια!
Πολλές είναι λοιπόν, οι μαρτυρίες για εμφανίσεις και θαύματα της Παναγίας στο μέτωπο. Υπήρξε όντως θεία παρέμβαση; Αποτέλεσμα ακράδαντης πίστης; Αυτό που μετρά αγαπητοί αδελφοί… είναι ότι αποτελούν μια ακόμη αδιάψευστη μαρτυρία της αγάπης που είχε τότε ο ανώνυμος, απλός λαός για την Παναγία και την αίσθηση ότι βρισκόταν πάντοτε στο πλευρό του, ότι έδινε ανακούφιση στον πόνο του. Τα συμβάντα αυτά χαλύβδωσαν τη θέληση των στρατιωτών και του λαού να αντισταθεί στον εισβολέα και να δημιουργηθεί το απαράμιλλο «Έπος του 1940»
Θα αναφέρουμε ενδεικτικά μερικά στην αγάπη σας, στην υπομονή σας και στην ευλάβεια σας.
Στα γράμματα από το μέτωπο η Παναγία, για στρατιώτες και αξιωματικούς, ήταν η προστάτιδα, η μάνα, η ελπίδα ή ίδια η ζωή, που ανεβοκατέβαινε τα βουνά, διάβαινε τα ποτάμια, φώλιαζε σε σπηλιές πλάι σε τραυματίες και τους περιποιούνταν με υπομονή και αγάπη.
Και αυτή τη δύναμη της παρουσίας Της περιέγραψε στο γράμμα του προς την αδελφή του ένας στρατιώτης από τη Χίο: «Αδελφούλα μου, νικούμε! Η Παναγία ολοζώντανη μας ακολουθεί. Παρακαλείτε και σεις όσο μπορείτε για τη σύντομη τελική νίκη».
Ένας άλλος στρατιώτης εξηγούσε στους γονείς του γιατί δεν πρέπει να ανησυχούν: «Αγαπητοί μου γονείς, σεις θα φαντάζεσθε πράγματα φοβερά και τρομερά, ενώ εμάς δεν μας νοιάζει καθόλου. Γι’ αυτό να μη στεναχώριεστε. Άλλως τε, για όλα τα Ελληνόπουλα του μετώπου φροντίζει η Μεγαλόχαρη της Τήνου να τα κρατεί γερά και να τους δίνει νίκες και μόνο νίκες. Θέλω να μου γράφετε τακτικά».
Σε κάθε ευκαιρία οι στρατιώτες φρόντιζαν να έχουν κάτι από τη μορφή της Παναγίας. Κάτι σαν φυλαχτό.
Υπάρχουν όμως και αυτοί που Την ήθελαν οδηγήτρια: «Καίτη μου», γράφει στη γυναίκα του ένας στρατιώτης, «δεν θέλω να μου στείλεις φανέλες και κάλτσες. Προτιμώ να μου φτιάξης και να μου στείλης μια σημαία της ξηράς,. Στο κέντρον, μέσα σ’ έναν χρυσό κύκλο, να βάλεις τον αδελφό μου να ζωγραφίσει την Παναγία της Τήνου. Μια τέτοια σημαία θέλω να κάνω σημαία στον λόχο μας. Θα παραξενεύεσαι γιατί δεν με ήξερες για θρήσκο, αλλά από όσα βλέπουν τα μάτια μου πιστεύω κι εγώ ότι μια θεϊκή δύναμις συντροφεύει τον στρατόν μας. Άλλωστε, πώς μπορούσα να μείνω μόνος εγώ ασυγκίνητος μέσα στο κύμα της πίστεως που έχει όλος ο στρατός μας προς την Παναγία της Τήνου, που την πιστεύει προστάτιδά του;».
Ο Τάσος Ρηγόπουλος, στρατευμένος στην Αλβανία το 1940, έστειλε από το μέτωπο το παρακάτω γράμμα στον αδελφό του.
«Αδελφέ μου Νίκο.
Σου γράφω από μια αετοφωλιά, τετρακόσια μέτρα ψηλότερη από την κορυφή της Πίνδου. Η φύση τριγύρω είναι πάλλευκη. Σκοπός μου όμως δεν είναι να σου περιγράφω τα θέλγητρα μιας χιονισμένης Μόροβας με όλο το άγριο μεγαλείο της. Σκοπός μου είναι να σου μεταδώσω αυτό που έζησα, που το είδα με τα μάτια μου και που φοβάμαι μήπως, ακούγοντας το από άλλους, δεν το πιστέψεις.
Λίγες στιγμές πριν ορμήσουμε για τα οχυρά της Μόροβας, είδαμε σε απόσταση καμιά δεκαριά μέτρων μια ψηλή μαυροφόρα να στέκει ακίνητη.
- Τις ει;
Μιλιά...
Ο σκοπός θυμωμένος ξαναφώναξε:
- Τις ει;
Τότε, σαν να μας πέρασε όλους ηλεκτρικό ρεύμα, ψιθυρίσαμε: Η ΠΑΝΑΓΙΑ!
Εκείνη όρμησε εμπρός σαν να είχε φτερά αετού. Εμείς από πίσω της. Συνεχώς την αισθανόμασταν να μας μεταγγίζει αντρειοσύνη. Ολόκληρη εβδομάδα παλέψαμε σκληρά, για να καταλάβουμε τα οχυρά Ιβαν-Μόροβας.
Υπογραμμίζω πως η επίθεση μας, πέτυχε τους Ιταλούς στην αλλαγή των μονάδων τους. Τα παλιά τμήματα είχαν τραβηχτεί πίσω και τα καινούργια …κοιμόνταν! Το τι έπαθαν δεν περιγράφεται. Εκείνη ορμούσε πάντα μπροστά. Κι όταν πια νικητές ροβολούσαμε προς την ανυπεράσπιστη Κορυτσά, τότε η Υπέρμαχος έγινε ατμός, νέφος απαλό και χάθηκε».
Ο Ν. Ντραμουντιανός διηγείται μία θαυμαστή εμπειρία του από τον πόλεμο του ’40:
«Ο λόχος μας πήρε διαταγή να καταλάβει ένα προχωρημένο ύψωμα για προγεφύρωμα. Στήσαμε ταμπούρι μέσα στα βράχια. Μόλις τακτοποιηθήκαμε, άρχισε να πέφτει πυκνό χιόνι. Έπεφτε αδιάκοπα δύο μερόνυχτα κι έφτασε σε πολλά μέρη τα δύο μέτρα. Αποκλειστήκαμε από την επιμελητεία. Καθένας είχε τροφές στο σακίδιο του για μία ημέρα. Από την πείνα και το κρύο δεν λάβαμε πρόνοια «διά την αύριον» και τις καταβροχθίσαμε.
Από κει και πέρα άρχισε το μαρτύριο. Τη δίψα μας τη σβήναμε με το χιόνι, αλλά η πείνα μας θέριζε. Περάσαμε έτσι πέντε μερόνυχτα. Σκελετωθήκαμε. Το ηθικό μας το διατηρούσαμε ακμαίο, αλλά η φύση έχει και τα όρια της. Μερικοί υπέκυψαν. Το ίδιο τέλος περιμέναμε όλοι «υπέρ πίστεως και πατρίδος».
Τότε μία έμπνευση του λοχαγού μας, έκανε το θαύμα! Έβγαλε απ’ τον κόρφο του μία χάρτινη εικόνα της Παναγίας, την έστησε στο ψήλωμα και μας κάλεσε γύρω του:
— Παλληκάρια μου! είπε. Στην κρίσιμη αυτή περίσταση ένα θαύμα μόνο μπορεί να μας σώσει. Γονατιστοί, παρακαλέστε την Παναγία, τη μητέρα του Θεανθρώπου, να μας βοηθήσει!
Πέσαμε στα γόνατα, υψώσαμε τα χέρια, παρακαλέσαμε θερμά. Δεν προλάβαμε να σηκωθούμε κι ακούσαμε κουδούνια. Παραξενευτήκαμε και πιάσαμε τα όπλα. Πήραμε θέση «επί σκοπόν».
Δεν πέρασε ένα λεπτό και βλέπουμε ένα πελώριο μουλάρι να πλησιάζει κατάφορτο. Ανασκιρτήσαμε! Ζώο χωρίς οδηγό να περνά το βουνό, μ’ ένα μέτρο χιόνι - το λιγότερο - ήταν εντελώς αφύσικο. Καταλάβαμε: το οδηγούσε η Κυρία Θεοτόκος. Την ευχαριστήσαμε όλοι μαζί ψάλλοντας σιγανά, μα ολόκαρδα, το «Τη Υπερμάχω» και άλλους ύμνους της. Το ζώο είχε πάνω του μία ολόκληρη επιμελητεία από τρόφιμα: κουραμάνες, τυριά, κονσέρβες, κονιάκ και άλλα.
-----
Ο Ανθυπασπιστής Γκάτζαρος Νικόλαος αναφέρει… πολλές κι απίστευτες κακουχίες πέρασα στον πόλεμο. Αλλ’ αυτή μου μένει αξέχαστη, γιατί δεν είχε διέξοδο. Την έδωσε όμως η Παναγία».
Προς
«Λαμβάνω την τιμήν να αναφέρω υμίν, ότι χθες Κυριακήν, 2 Μαρτίου έ.έ. και περί ώραν 8ην μ.μ. μετέβην εις τι παρακείμενον του καταυλισμού 2ου Λόχου Τάγματος Υμών μικρόν ύψωμα απέχον περί τα 300μέτρα, χάριν περιπάτου, αισθανθείς την ανάγκην κινήσεως. Μία μυστηριώδης δύναμις ωσάν να με ώθη προς τα εκεί. Ο αήρ έχει ήδη παύσει να φυσά και ο ουρανός ήτο αστερόης. Κατά την επιστροφήν μου εις την σκηνήν, δεν έχω αριθμήση 10 βήματα, ότε αιφνιδίως ενεφανίσθη εμπρός μου και μου ανέκοψε τον δρόμον μία γυνή μαυροφόρα έχουσα σεμνήν, την εμφάνισίν της. Το πρόσωπόν της διεκρίνετο χαρακτηριστικώς εις το βραδυνό ημίφως. Εις το θέαμα τούτο καταληφθείς εξ απροόπτου, κατ’ αρχάς εξεπλάγην, κατόπιν όμως αυτοστιγμεί συνήλθον εκ του τρόμου, επειδή εγνώριζον, ότι πολλάκις η Παναγία ενεφανίσθη είτε ως όραμα, είτε καθ’ ύπνον κατά τας πολεμικάς επιχειρήσεις του Στράτου μας.
Εγώ όλως μηχανικώς έλαβον θέσιν ημιγονυπετή, ίνα ασπασθώ την δεξιάν Της. Εκ της συγκινήσεως οι οφθαλμοί μου εδάκρυζον, οι πόδες και τα χείλη μου έτρεμον επί πολλήν ώραν. Ήκουσα να ομιλή: «Είμαι η Παναγία. Μη φοβείσαι παιδί μου, είπε! Εγώ ενεφανίσθην να σου είπω τρεις λόγους, τους οποίους να μη λησμονήσης:
1) Ο παρών πόλεμος εκηρύχθη απροκαλύπτως και αναιτίως υπό της Ιταλίας εναντίον της Ελλάδος. Θελήματί μου η Ελλάς θα εξέλθη τούτου νικηφόρως.
2) Ο πόλεμος ούτος εκηρύχθη εναντίον της Ελλάδος, ίνα γνωρίση ο κόσμος, ότι αφορμή τούτου είναι η απομάκρυνσίς του εκ της Χριστιανικής θρησκείας, καθ’ ην ύβριζεν, εβλασφήμει τα θεία της και έρρεπε προς τον εκφυλισμόν και την ακολασίαν και ούτως συμμορφωθή, ίνα μάθη ότι υπάρχει και προΐσταται ο Θεός. Τρανώτατα δε τεκμήρια της υπάρξεως ταύτης είναι τα συχνά θαύματα των Αγίων της Εκκλησίας του Χριστού.
3) Έπρεπε να μάθη ο κόσμος, ότι ο δίκαιος πάντοτε υπερισχύει της βίας.
Ανάφερε, λοιπόν, ταύτα και εγγράφως εις τον Διοικητήν σου, ίνα μη πτοηθή προ ουδενός κωλύματος, καθότι υπό την προστασίαν Μου ο Ελληνικός Στρατός θα νικήση!».
Μεθ’ ο εν τη εξαφανίσει Της οι οφθαλμοί μου εθαμβώθησαν.
Εν τέλει συνήλθον εν μέρει και κατηυθύνθην αμέσως εις την σκηνήν υμών, όπου έξωθι ταύτης ανέφερον υμίν το συμβάν προφορικώς.
Μετά από την εμφάνισι αυτή, όλοι μας οι στρατιώτες εδώσαμε τον φτωχό όβολό μας και με προθυμία κτίσθηκε στο μέρος αυτό ο ναός της Παναγίας.
«Θεοτόκε η ελπίς, πάντων των Χριστιανών, σκέπε φρούρει φύλαττε, τους ελπίζοντας εις Σε»
Ένα ζωντανό θαύμα της Παναγίας έζησαν στον Ελληνοιταλικό πόλεμο οι στρατιώτες του 51ου ανεξαρτήτου τάγματος, με διοικητή τον ταγματάρχη Πετράκη, στην κορυφογραμή του Ροντένη, δεξιά της θρυλικής Κλεισούρας.
Κάθε βραδύ, από τις 22-1-41 και έπειτα, στις 9.20 ακριβώς, το Βαρύ Ιταλικό πυροβολικό άρχιζε βολή εναντίον του τάγματος Πετράκη και του δρόμου, απ’ οπου περνούσαν τα μεταγωγικά. Πέρασαν ημέρες και το κακό συνεχιζόταν, δημιουργώντας εκνευρισμό και απώλειες. Τολμηροί ανιχνευτές των εμπροσθοφυλακών και αεροπόροι εξαπολύθηκαν μέχρι βαθιά στις Ιταλικές γραμμές, αλλά επέστρεψαν άπρακτοι. Δεν μπορούσαν να εντοπίσουν τα Ιταλικά πυροβόλα, ίσως γιατί οι Ιταλοί κάθε βραδύ τα μετακινούσαν.
Ήταν όμως απόλυτη ανάγκη να εντοπισθούν οι εχθρικές θέσεις. Ένα βράδυ του Φεβρουαρίου ακούστηκαν πάλι οι ομοβροντίες των Ιταλικών κανονιών.
— Παναγία μου, φώναξε τότε ο ταγματάρχης εντελώς αυθόρμητα, βοήθησέ μας! Σώσε μας απ’ αυτούς τους δαίμονες.
Αμέσως στο βάθος πρόβαλε ένα φωτεινό σύννεφο.
Σιγά-σιγά σχημάτισε κάτι σαν φωτοστέφανο. Και κάτω απ’ αυτό μερικά ασημένια συννεφάκια σχημάτισαν τη μορφή της Παναγίας, η οποία άρχισε να γέρνει προς τη γη και στάθηκε σ’ ένα φαράγγι, ανάμεσα σε δύο υψώματα του Μπούμπεση. Το όραμα το είδαν όλοι στο τάγμα και ρίγησαν.
— Θαύμα! βροντοφώναξε ο ταγματάρχης.
— Θαύμα! Θαύμα! επανέλαβαν οι στρατιώτες και σταυροκοπήθηκαν.
Σε δέκα λεπτά βρόντησαν τα ελληνικά κανόνια και σε είκοσι εσίγησαν τα ιταλικά. Οι οβίδες μας είχαν πετύχει απόλυτα τον στόχο.
Ο Γιάννης Τσαρούχης, διηγείται το παρακάτω περιστατικό όταν συνάντησε τους Αρτινούς στο μέτωπο, που μπροστά στην εικόνα της Παναγιάς δεν φοβόνταν ούτε όλμους, ούτε τις εχθρικές σφαίρες:
«…Τις τελευταίες μέρες του πολέμου της Αλβανίας στο χωριό Κούτσι, την ώρα που παίρναμε συσσίτιο στα σκοτεινά, ακούσαμε το εξής νέο ότι η Παναγία παρουσιάσθηκε σ᾽έναν ανθυπασπιστή και αυτός την εξέλαβε για Αλβανίδα, προφανώς κατάσκοπο, και πήγε να την πυροβολήσει με το ρεβόλβερ του. Αυτή σήκωσε την παλάμη της να τον σταματήσει και του είπε: «Μη με χτυπάς. Ένα έχω να σου πω, τη Λαμπρή θα είστε στα σπίτια σας»…
Ο Χρήστος Βέργος, επιστρατευμένος στον πόλεμο, διηγείται:
«Ήμουν ανθυπασπιστής στο τάγμα του Καλπακίου. Δεν πίστευα πουθενά, παρά μόνο στη δύναμη των βαρέων όπλων που κατεύθυνα. Επί πλέον ήμουν αδιόρθωτα βλάσφημος. Όλες οι βλασφημίες μου συγκεντρώνονταν στην Παναγία. Όσοι με άκουγαν ανατρίχιαζαν. Οι φαντάροι μου έκαναν τον σταυρό τους, για να μην τους βρει κακό. Οι ανώτεροί μου διαρκώς με παρατηρούσαν και με τιμωρούσαν. Ώσπου μια νύχτα έζησα ένα ολοφάνερο θαύμα.
Ξημέρωνε η 7η Απριλίου 1951. Με την διμοιρία μου είχα καταλάβει μια πλαγιά σε ύψωμα κοντά στον 38ο παράλληλο. Μέχρι τα ξημερώματα έμεινα άγρυπνος στο όρυγμά μου μαζί με τον στρατιώτη Σταύρο Αδαμάκο. Όταν ρόδιζε η αυγή, οπότε δεν υπήρχε φόβος αιφνιδιασμού, αποκοιμήθηκα. Είδα τότε ένα όνειρο που με συνετάραξε:
Μία γυναίκα στα μαύρα ντυμένη, με αγνή ομορφιά και γλυκύτατη φωνή, με πλησιάζει και με ρωτά ακουμπώντας το χέρι στον ώμο μου:
– Θέλεις να βρίσκομαι κοντά σου Χρήστο; Ένοιωσα τότε μιΆ βαθειά αγαλλίαση.
– Και ποία είσαι συ; την ρώτησα.
Τότε εκείνη άλλαξε έκφραση και με παρατήρησε αυστηρά:
– Γιατί, Χρήστο, διαρκώς με βρίζεις;
– Πρώτη φορά σε βλέπω! διαμαρτυρήθηκα. Πως είναι δυνατό να βρίζω μια άγνωστή μου;
– Ναί, Χρήστο, επέμεινε εκείνη πιο αυστηρά. Με βρίζεις. Εγώ όμως είμαι πάντα κοντά σε σένα και σ’ ολους τους στρατιώτες του τάγματος. Μ’ αυτή τη φράση ξύπνησα τρομαγμένος. Ο Σταύρος δίπλα μου με κοίταζε σαστισμένος.
– Κύριε ανθυπασπιστά, κάτι έχεις, μου είπε. Βογγούσες και παραμιλούσες στον ύπνο σου.
Του διηγήθηκα το όνειρό μου και καταλήξαμε πως ήταν αποτέλεσμα κοπώσεως και συζητήσεων γύρω από τους νεκρούς
Ενώ όμως λέγαμε αυτά. ξαναβλέπω τη γυναίκα του ονείρου μου μπροστά μου.
— Αδαμάκο! βάζω μια φωνή. Η γυναίκα… Αυτή… Να… τη βλέπεις;
Εκείνος προσπαθούσε να με καθησυχάσει, αλλά που εγώ! Η μαυροφορεμένη γυναίκα με την αγνή ομορφιά και τη γλυκύτατη φωνή στάθηκε κοντά μου και μου είπε:
– Μη φοβάσαι… Μη φοβάσαι, παιδί μου. Είμαι η Παναγία. Σας προστατεύω όλους παντού και πάντοτε. Αλλά θέλω από σένα να μη με βρίσεις ούτε στις δυσκολότερες στιγμές της ζωής σου.
Πέφτω αμέσως ταραγμένος να φιλήσω τα πόδια της. Εκείνη όμως είχε γίνει αφάντη. Έκλαψα τότε απ’ τα βάθη της καρδιάς μου ένα κλάμα ανακουφίσεως και χαράς, εγώ που δεν είχα κλάψει ποτέ στη ζωή μου».
Το χιόνι έπεφτε ασταμάτητα και ο βοριάς σφύριζε μανιασμένα. Μέσα σ’ αυτή τη χιονοθύελλα, ένας στρατός προχωρούσε αποφασιστικά… σκαρφάλωνε σ’ απότομες πλαγιές…Κατέβαινε γκρεμούς…βάδιζε ασταμάτητα και κουβαλούσε στη ράχη του μεγάλο φορτίο.
Ένα μικρό φαρμακείο, μια στρατιωτική κουβέρτα, ένα ζευγάρι κάλτσες, μια φανέλα. Αλλά και τ’ όπλο του με την ξιφολόγχη και τα φυσίγγια… Παρ’ όλο το βάρος, το χιόνι και τις λάσπες… συνέχιζε τη δύσκολη πορεία του και μόνο σαν έβρισκε κάποιο χάλασμα, ή κανένα προφυλαγμένο βράχο, σταματούσε λίγο, για να ξεκουραστεί.
Μέσα σ’ αυτές τις φοβερές συνθήκες τα παλικάρια στον ιστορικό πόλεμο του ’40, έγραψαν αθάνατες σελίδες ηρωισμού και θυσίας, πάνω στα Βορειοηπειρωτικά βουνά.
Αυτοί οι ήρωες σκαρφάλωσαν στις κορυφές του Ιβάν, της Μοράβας… κι ήταν η νίκη τους θρίαμβος! Πολεμούσαν με τις σιδηρόφρακτες στρατιές του εχθρού και… νικούσαν.
Μαζί με τον ένδοξο ελληνικό στρατό ήταν και κάποιος σεμνός λευίτης, ο π. Αλέξιος. Ο ευσεβής ιερέας τριγυρνούσε ανάμεσα στους στρατιώτες, πάντα ακούραστος.
Σαν αληθινός πατέρας προσπαθούσε συνεχώς να τους συμπαραστέκεται, να τους ενισχύει, να διατηρεί στις ψυχές τους άσβεστη τη φλόγα της πίστης στον Θεό και της αγάπης στην Πατρίδα.
Παντού ο π. Αλέξιος, ακόμα και στην πρώτη γραμμή. Εκεί, που οι ανδρείοι πολεμιστές, ρίχνονταν στη μάχη με την ξιφολόγχη στα χέρια! Εκεί!
Έτσι και κείνο το πρωί ξεκίνησε ο π. Αλέξιος, να συναντήσει το λόχο, που είχε στρατοπεδεύσει ψηλά, σε μια απόμερη πλαγιά. Σε λίγες μέρες ετοιμαζόταν για τη μεγάλη του επίθεση. Το χιόνι έπεφτε πυκνό και σε δυο βήματα απόσταση δε μπορούσες να διακρίνεις άνθρωπο.
-Πού θα πας, παππούλη; του φώναξε ο Συνταγματάρχης. Θα χαθείς μέσα στα χιόνια.
-Έχω, παιδί μου, την Παναγιά μαζί μου, απάντησε. Κι έβγαλε από τ’ ην κάπα του την εικόνα της Παναγιάς.
-Αύριο τα παιδιά θα ριχτούν στη μάχη. Πρέπει να τα ενισχύσω, με τη Χάρη του Θεού.
-Ο Θεός μαζί σου!
Ο ιερέας βάδιζε ώρες μέσα στα χιονοσκέπαστα, δύσβατα μονοπάτια. Τέλος έφτασε εκεί ψηλά, που στρατοπέδευε ο λόχος.
Τ’ αντίσκηνα ήταν κρυμμένα κάτω από τα χιονισμένα δέντρα. Σήμανε σωστός συναγερμός, σαν τον αντίκρισαν οι στρατιώτες. Έτρεξαν, τον σήκωσαν στα χέρια και τον έφεραν στη σκηνή του λοχαγού.
-Πάτερ μου, φώναξε κατάπληκτος ο λοχαγός, πώς έφτασες ως εδώ πάνω;
-Μην ανησυχείς, παιδί μου, απάντησε ήρεμα ο π. Αλέξιος. Η Παναγιά με προστάτευσε.
Ο αξιωματικός θαύμασε την πίστη του σεβάσμιου ιερέα. Πολλές φορές στο Σύνταγμα, μιλούσαν γι’ αυτή και για τα θαύματα, που ζούσαν κοντά του.
Λίγο αργότερα, συγκεντρώνεται όλος ο λόχος. Τους μιλάει μ’ αγάπη και ενδυναμώνει το πατριωτικό τους αίσθημα.
«Σε σας έλαχε η μεγάλη τιμή, να υπερασπίζετε σήμερα τα ιερά και τα όσια της Πατρίδας μας…».
Τους προετοιμάζει ακόμα για την αυριανή Θ. Λειτουργία και Θ. Κοινωνία. Τα παλικάρια αποθέτουν στα πόδια του Εσταυρωμένου ότι βάραινε τη νεανική τους ψυχή.
Την άλλη μέρα πρωί-πρωί, ετοιμάζονται για το Ιερό Μυστήριο.
-Να πάμε στο ξέφωτο, λέει στο Λοχαγό ο π. Αλέξιος. Εκεί θα είμαστε ασφαλείς.
Ο αξιωματικός τρόμαξε.
-Όχι πάτερ μου, θα γίνουμε στόχος στα αεροπλάνα. Είναι πολύ επικίνδυνο. Να μείνουμε εδώ, ανάμεσα στ’ αντίσκηνα.
Όμως παράξενο, ο πατήρ Αλέξιος δεν υποχώρησε.
Ω! στιγμή αλησμόνητη! Ο παπάς του Συντάγματος φορεί το πετραχήλι τον και ετοιμάζει τα Άχραντα Μυστήρια. «Μετά φόβου θεού, πίστεως και αγάπης προσέλθετε»! Το Σύνταγμα ολόκληρο γονατίζει. Οι στρατιώτες ένας ένας περνούν μπρος στον αντιπρόσωπο του Θεού, ο οποίος με δακρυσμένα μάτια τους μεταδίδει τα Μυστήρια, «του Δείπνου Σου του μυστικού σήμερον, υιέ Θεού, κοινωνόν με παράλαβε. Ου μη γαρ τοις εχθροίς Σου το Μυστήριον είπω, ου φίλημά Σοι δώσω καθάπερ ο Ιούδας…».
Μόλις προσήλθαν στο Ποτήριο της Ζωής, φάνηκε στον ορίζοντα ένα σμήνος από εχθρικά αεροπλάνα.
«Θεέ μου», προσευχήθηκε σιωπηλά ο ιερέας, «πρόλαβε το κακό, μην πάρω στο λαιμό μου τόσα παλικάρια».
Τ’ αεροπλάνα έφτασαν και άρχισαν μανιακά να βομβαρδίζουν τ’ αντίσκηνα. Στο ξέφωτο απλώθηκε ένα λευκό σύννεφο, που σκέπασε τα πάντα. Τις στιγμές αγωνίας διαδέχτηκαν στιγμές χαράς
Ένας λόχος ολόκληρος γονατιστός προσευχόταν πάνω στο χιόνι. Τώρα ευχαριστούσε για την ανέλπιστη σωτηρία του.
Ακόμα ευχαριστούσε θερμά τον Πλάστη και Πατέρα του για τον άγιο αυτό λευίτη που του ‘χε στείλει, σαν θείο δώρο, για να του συμπαρασταθεί στις δύσκολες αυτές στιγμές του πολέμου.
Όταν απομακρύνθηκαν τ’ αεροπλάνα, η Θ. Λειτουργία συνεχίστηκε.
Με απέραντη ευγνωμοσύνη στον Θεό πλησιάζουν τα ηρωικά παλικάρια και κοινωνούν.
Σε λίγο θα χυθούν σαν λιοντάρια στον εχθρό και θα θριαμβεύσουν ακόμα μια φορά!!!
Η σχέση του απλού κόσμου με την Παναγία συνεχίστηκε και στην Κατοχή, όπως αποδεικνύει το παράδειγμα μιας γερόντισσας από τη Μεσσηνία. Έτρωγε τα χόρτα της χωρίς λάδι, εξοικονομώντας όσο περισσότερο μπορούσε για το καντηλάκι μπροστά από το εικόνισμα της Παναγίας. Κάθε πρωί προσευχόταν μπροστά από το εικόνισμα της «Καλό βράδυ, Παναΐτσα, προσκυνώ τη χάρη σου, με το καλό να ξανάρθω στο σπίτι μου, η βοήθειά σου θα με ξαναφέρει!» …Και η Παναγία ως δείγμα ευχαριστίας κουνόυσε το καντηλι της και εγνεφε καταφατικά μέσα απο το αγιασμένο εικόνισμά της.
Στις 8 Σεπτεμβρίου του 1943, ανήμερα των Γενεθλίων της Παναγίας μας οι Ιταλοί συνθηκολογούν. Μία ομάδα από κατοίκους του Ορχομενού Βοιωτίας πλησιάζουν στον σιδηροδρομικό σταθμό της Λειβαδιάς και ζητούν από την εκεί Ιταλική φρουρά να παραδώσει τον οπλισμό της. Διαφορετικά, τους απειλούν πως θα δεχθούν επίθεση από τους αντάρτες
Οι Ιταλοί αρνούνται να παραδοθούν και ενημερώνουν τους Γερμανούς, οι οποίοι αφού κύκλωσαν και αφόπλισαν τους Ιταλούς έστειλαν εναντίον των κατοίκων του Ορχομενού την άλλη μέρα, 9 του Σεπτέμβρη, απόσπασμα με τεθωρακισμένα. Οι κάτοικοι του Ορχομενού, ανέτοιμοι και ανοργάνωτοι καθώς ήταν, σκόρπισαν στη γύρω περιοχή .Οι Γερμανοί όμως συνέχισαν την καταδίωξη με σκοπό να επιβάλλουν αντίποινα στον Ορχομενό, όπως ήταν η συνηθισμένη τακτική τους.
Το βράδυ της 9ης Σεπτεμβρίου μπαίνουν οι Γερμανοί στον Ορχομενό και συλλαμβάνουν εξακόσιους ομήρους. Λίγο έξω από τον Ορχομενό είναι χτισμένη η πιο αρχαία Εκκλησία της Βοιωτίας (874 μ.Χ.), αφιερωμένη στην Κοίμηση της Θεοτόκου - παλιό Μοναστήρι της Σκριπούς.
Είναι ακόμη μεσάνυχτα. Η φάλαγγα έχει προσπεράσει πεντακόσια πενήντα μέτρα τον Ναό, όταν ξαφνικά το πρώτο τανκ ακινητοποιείται στη μέση του δρόμου. Μπροστά τους οι Γερμανοί βλέπουν μια μεγαλόπρεπη γυναίκα με το χέρι υψωμένο σε απαγορευτική στάση. Το δεύτερο τανκ προσπαθεί να προσπεράσει το πρώτο, αλλά πέφτει σε ένα χαντάκι, ενώ το τρίτο τανκ ακινητοποιείται σε ένα χωράφι, μέσα από το οποίο προσπαθούσε να περάσει. Ξημέρωσε η 10η Σεπτεμβρίου. Ο Γερμανός διοικητής Χόφμαν ζήτησε από τους κατοίκους ένα τρακτέρ για να τραβήξει τα τανκς.
Τότε συνέβη και κάτι άλλο Θαυμαστό: Τα βαριά αυτά άρματα μετακινήθηκαν από το τρακτέρ σαν άδεια σπιρτόκουτα!
-Θαύμα, Θαύμα! φώναξε ο διοικητής και ζήτησε από τους κατοίκους να πάει στην Εκκλησία. Εκείνοι τον οδήγησαν πράγματι στον Ναό. Ο Γερμανός στη Θεομητορική Εικόνα του τέμπλου αναγνώρισε τη γυναίκα που εμπόδισε τη φάλαγγα να προχωρήσει!
Έπεσε αμέσως στα γόνατα και φώναξε με Θαυμασμό:
-Αυτή η γυναίκα σας έσωσε! Να την τιμάτε και να τη δοξάζετε!
Ο Ορχομενός σώθηκε. Ο Χόφμαν διατάζει να ελευθερωθούν οι εξακόσιοι
μελλοθάνατοι και υπόσχεται πως μέχρι το τέλος του πολέμου η πόλη δεν θα πάθει κανένα κακό. Οι κάτοικοι ευχαριστούν και δοξολογούν την Προστάτιδα Θεοτόκο για την ανέλπιστη σωτηρία τους.
Ο ήλιος γέρνει στη δύση. Τα τανκς φεύγουν με τα πυροβόλα κατεβασμένα, γιατί νικήθηκαν από την Υπέρμαχο Στρατηγό του Ορχομενού.
Για το λόγο αυτό η Παναγία της Σκριπούς, εκτός των άλλων ημερομηνιών. Γιορτάζει και στις 10 Σεπτεμβρίου με Λιτανεία και μεταφορά της Εικόνας, στον τόπο που ακινητοποιήθηκαν τα τανκς. Όσο ζούσε ο Χόφμαν, παρευρισκόταν κι αυτός σχεδόν κάθε χρόνο στις 10 Σεπτεμβρίου, για να ανάψει ένα κερί και να τιμήσει την Παναγία μας. Της αφιέρωσε μάλιστα ένα μεγάλο καντήλι και χρηματοδότησε την πρώτη Εικόνα με την απεικόνιση του Θαύματος
Δεν χωράει αμφιβολία ότι η Εποποιία του 1940, αποτελεί ένα θαύμα. Είναι ένα από τα πολλά θαύματα στην ιστορία των Ελλήνων. Δεν μπορεί να είναι καρπός αποκλειστικά ανθρώπινου αγώνα. Η Θεϊκή χάρη συνεργάσθηκε με την ανθρώπινη προσπάθεια. Και είναι δίκαιο που μαζί με τα θριαμβευτικά σαλπίσματα πάνω από τους τάφους των ηρώων, σήμαναν δοξαστικές καμπάνες για ένα «ευχαριστώ» στην Παναγία.
-Σε εκείνη, στην οποία η εθνική συνείδηση απέδωσε για μία ακόμα φορά τα «νικητήρια».
-Στην Σκέπη των αγωνιστών.
-Στην Ελευθερώτρια των σκλαβωμένων Ελλήνων.
Κι αυτό γιατί, στα κρίσιμα χρόνια του πολέμου, οι Έλληνες εμπιστεύθηκαν στα χέρια της Παναγίας τον Εθνικό τους αγώνα. Ζήτησαν τη μητρική προστασία της, για να υπερασπιστούν τα δίκαιά τους. Και ήταν τόση η πίστη τους, ώστε την έβλεπαν να τους εμψυχώνει και να τους σκεπάζει, καθώς πολεμούσαν απεγνωσμένα στα χιονισμένα βουνά της Πίνδου και της Αλβανίας.
Η άλλοτε Υπέρμαχος Στρατηγός των Ρωμηών γίνεται η Αγία Σκέπη των αγωνιστών, και το θαύμα επαναλαμβάνεται. Χάρη στην πίστη, που θερμαίνει τις ψυχές τους, οι μαχητές περιφρονούν τη λογική των αριθμών και αντιστέκονται στις σιδερόφρακτες εχθρικές στρατιές με ηρωισμό, που προκαλεί τον παγκόσμιο θαυμασμό.
Για τους λόγους αυτούς, σήμερα, η Εκκλησία, δηλαδή όλοι εμείς, ανυμνούμε την Σκέπη της Παναγίας, και την παρακαλούμε να μας σκεπάζει πάντα με την αγάπη της και να στέκεται πάντα δίπλα μας, βοηθός και συμπαραστάτης στο Έθνος μας, σε κάθε καλό αγώνα, γιατί τη βοήθειά της την έχουμε το ίδιο ανάγκη και στον καιρό της ειρήνης. Μπορεί να μην υπάρχει σήμερα άμεση εθνική απειλή και άμεσος κίνδυνος πολέμου. Μπορεί να μην υπάρχει Χίτλερ ή Μουσολίνι. Υπάρχει όμως ένας άλλος εισβολέας, ο οποίος ίσως να είναι και πιο επικίνδυνος, που προσπαθεί να αλλοιώσει τις συνειδήσεις μας, ώστε να ξεχάσουμε την ιστορία μας, και να αποσπάσει την προσοχή μας από τα σοβαρά προβλήματα, προσφέροντάς μας άρτον και θέαμα, ώστε να επιτύχει μία όχι στρατιωτική, αλλά μία πνευματική τηλεοπτική κατοχή στις καρδιές μας.
Δυστυχώς, όλοι μας, έχουμε χρόνο για να παρακολουθούμε αχόρταγα τα διάφορα σίριαλ στην τηλεόραση, που μας διδάσκουν πως μπορούμε να χαλάσουμε πολύ εύκολα τις οικογένειές μας, που είναι τα κύτταρα του Έθνους μας. Δεν έχουμε όμως καιρό να διαβάσουμε την ιστορία μας. Να γνωρίσουμε με ποιούς αγώνες των προγόνων μας μπορούμε εμείς σήμερα να ζούμε ελεύθεροι, αλλά και να διαβάσουμε συγκλονιστικές μαρτυρίες των αγωνιστών του Έθνους μας, οι οποίοι στον υπεράνθρωπο αγώνα τους, πάνω στα παγωμένα βουνά, έβλεπαν την Παναγία ζωντανά και έπαιρναν κουράγιο να συνεχίσουν. Και εμείς σήμερα ο νεοέλληνες δείχνουμε μεγάλη αδιαφορία και ξεχνούμε όλους αυτούς τους ήρωες που έδωσαν τη ζωή τους για να απολαμβάνουμε εμείς από τον καναπές μας και την πολυθρόνα μας την ελευθερία μας, και να σχολιάζουμε τα πάντα ως γνώστες παντός επιστητού…., ξεχνούμε πόσες μανάδες κλάψανε τα παιδιά τους που δεν γύρισαν πίσω ποτέ από τον πόλεμο, πόσες καρδιές μανάδων φτερούγισαν από αγωνία, πόσα δάκρυα και πόσες παρακλήσεις έγιναν προς την κυρία των Αγγέλων, πόσες μαυροφορεμένες μανάδες ηρωίδες με το μαντήλι στο κεφάλι θρήνησαν τα παιδιά τους δίχως να τα αγκαλιάσουν στερνή φορά έστω και πεθαμένα… πόσα παιδιά ορφάνεψαν , πόσα υπέφεραν όλοι αυτοί οι επιζήσαντες αγωνιστές και με τι προβλήματα υγείας έζησαν μετά τον πόλεμο αυτό. Ξεχνούμε πόσα οστά ηρώων αγωνιστών δεν εντοπίστηκαν ποτέ και πόσες βουνοκορφές της Πίνδου είναι αιματοβαμμένες από τα οστά αυτών των ηρώων.
Εμείς σήμερα περήφανοι για τους μάρτυρες προγόνους μας, τιμούμε με σεβασμό την προσφορά και τις θυσίες τους, συνεχίζοντας το δρόμο που εκείνοι χάραξαν, θέτοντας τους εαυτούς μας στην υπηρεσία της κοινής σωτηρίας. Οφείλουμε όμως να αντλούμε τα ανάλογα εθνικά συμπεράσματα και διδάγματα. Η αγάπη προς την Πατρίδα είναι στοιχειώδες καθήκον όλων μας κι αυτό δεν θεωρείται εθνικισμός – ρατσισμός, όπως δυστυχώς ισχυρίζονται κάποιοι προοδευτικοί νεοέλληνες, οι οποίοι περιμένουν τη θυσία για την Πατρίδα από τους άλλους ενώ οι ίδιοι απολαμβάνουν την ελευθερία.
Είναι χρέος του ανθρώπου που θέλει να ζει έντιμα συνειδητά και υπεύθυνα να στοχάζεται πάνω στην ιστορία του Έθνους του και να προσπαθεί να αντιληφθεί το νόημα των μεγάλων αυτών επετείων, οι οποίες ανασταίνουν μέσα μας ένα μεγαλείο και μια εθνική υπερηφάνεια, γεμάτη πνευματικότητα και σεμνότητα, καθώς αισθανόμαστε ότι το Έθνος μας έκανε το χρέος του για τη προάσπιση υψηλών ιδανικών όπως η Ελευθερία , η αξιοπρέπεια, ο σεβασμός και η Δημοκρατία.
Ο ηρωικός τρόπος με τον οποίο οι πρόγονοί μας αντιμετώπισαν τους πολλαπλούς κινδύνους φέρνουν μπροστά μας μια σημαντική υποχρέωση την οποία καλούμαστε να φέρουμε εις πέρας εμείς οι Νεοέλληνες. “Όταν αλύπητη, βαριά ξεσπά η ανάγκη και προστάζει, ανάξιος είναι όποιος διστάζει”, γράφει ο μεγάλος μας ποιητής, ο Κωστής Παλαμάς. Εκείνοι οι Έλληνες δε δίστασαν. Αποδείχθηκαν άξιοι της τιμής να φέρουν την ονομασία “Έλληνας”, που οι πρόγονοί μας δόξασαν ανυπέρβλητα. Κι εμείς; Εμείς οφείλουμε να αποδειχθούμε αντάξιοι εκείνων που δόξασαν την Ελλάδα πάνω στα αλβανικά βουνά.
Κλείνοντας θα ήθελα να τονίσω ότι όσα χρόνια κι αν περάσουν η λήθη δεν πρόκειται να υπερκαλύψει τη δόξα και το λαμπρό μεγαλείο των πεσόντων, γιατί πλέον έχουν περάσει στο πάνθεον των αθανάτων. Άλλωστε, στο χέρι μας είναι να μην τους ξεχάσουμε ποτέ βοηθούμενοι και από τη φημισμένη ρήση του Άγγλου πρωθυπουργού Τσώρτσιλ που αποτελεί γι’ αυτούς αιώνιο μνημείο και φόρο τιμής: “Μέχρι τώρα λέγαμε ότι οι Έλληνες πολεμούν σαν ήρωες. Από εδώ και στο εξής πρέπει να λέμε ότι οι ήρωες πολεμούν σαν Έλληνες”.
Ας ξαγρυπνούμε λοιπόν πάντοτε για τα εδάφη μας, την Ελλάδα μας, ώστε μαζί με την ευχή της Εκκλησίας μας «υπέρ της Ειρήνης του σύμπαντος κόσμου» να είμεθα έτοιμοι να φανούμε αντάξιοι απόγονοι των ελλήνων ηρώων του 1940 και όχι απλοί κομιστές της δόξας εκείνων.
Ας είναι, λοιπόν, ο σημερινός λόγος μία αφορμή για να ασχοληθούμε όλοι μας, λίγο περισσότερο, με την ιστορία μας γιατί οι λαοί που δεν έχουν μνήμη, δεν έχουν και μέλλον. Ένα μνημόσυνο για όσους έπεσαν ηρωικά στον πόλεμο του ’40, και μία ελάχιστη τιμή ευγνωμοσύνης, στην μητέρα μας την Παναγία.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου