«Τω καιρώ εκείνω εξελθών εκείθεν ο Ιησούς ανεχώρησεν εις τα μέρη Τύρου και Σιδώνος. Και ιδού γυνή Χαναναία από των ορίων εκείνων εξελθούσα εκραύγαζεν αυτώ λέγουσα• ελέησόν με, Κύριε, υιέ Δαβίδ• ή θυγάτηρ μου κακώς δαιμονίζεται. Ο δε ουκ απεκρίθη αυτή λόγον. Και προσελθόντες oι μαθηται αυτού ήρώτων αυτόν λέγοντες• απόλυσον αυτήν, ότι κράζει όπισθεν ημών. Ο δε αποκριθείς είπεν ουκ απεστάλην ει μη εις τα πρόβατα τα απολωλότα οίκου Ισραήλ. Η δε ελθούσα προσεκύνει αυτώ λέγουσα• Κύριε, βοήθει μοι. Ο δε αποκριθείς είπεν ουκ εστί καλόν λαβείν τον άρτον των τέκνων και βαλείν τοίς κυναρίοις. Η δε είπε• ναι, Κύριε, και γαρ τα κυνάρια εσθίει από των ψιχίων των πιπτόντων από της τραπέζης των κυρίων αυτών. Τότε αποκριθείς ο Ιησούς είπεν αυτή• ω γύναι, μεγάλη σου η πίστις- γενηθήτω σοι ως θέλεις. Και ιάθη η θυγάτηρ αυτής από της ώρας εκείνης».
Μετάφραση
Εκείνο τον καιρό, αφού βγήκε ο Ιησούς από τα μέρη εκείνα (της Γαλιλαίας), αναχώρησε στα μέρη της Τύρου και Σιδώνος. Και να μια γυναίκα Χαναναία από εκείνη την περιοχή βγήκε και φώναζε: « Ελέησε με, Κύριε, υιέ του Δαβίδ. Η θυγατέρα μου βασανίζεται άσχημα από το δαιμόνιο». Αυτός όμως δεν της απάντησε ούτε με μια λέξη. Και ήλθαν οι μαθητές του και τον παρακαλούσαν λέγοντας: «Απομάκρυνε την, γιατί φωνάζει από πίσω μας». Ο Κύριος όμως αποκρίθηκε: «Δεν είμαι σταλμένος παρά μόνο για τα χαμένα πρόβατα της γενεάς του Ισραήλ». Αυτή δε (η Χαναναία) αφού τον πλησίασε, τον προσκυνούσε και έλεγε, «Κύριε, βοήθησε με». Εκείνος της αποκρίθηκε: «Δεν είναι σωστό πράγμα να πάρω το ψωμί των παιδιών και να το ρίξω στα σκυλάκια». Αυτή δε είπε• «Ναι, Κύριε, αλλά και τα σκυλάκια τρώνε από τα ψίχουλα που πέφτουν από το τραπέζι των κυρίων τους». Τότε ο Ιησούς της αποκρίθηκε: «Ω γυναίκα, είναι μεγάλη η πίστη σου• ας γίνει, όπως συ θέλεις». Και θεραπεύτηκε από εκείνη την ώρα η θυγατέρα της
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου