Ἀγαπητοί ἀδελφοί,
Ἐπειδή στήν Ἱερά αὐτήν Μητρόπολη συνηθίζεται, ὅπως μέ ἐνημέρωσαν, νά διαβάζεται στούς Ἱερούς Ναούς ἕνα γραπτό κήρυγμα, κατά τήν θεία Λειτουργία, ἐκτός ἄν λειτουργοῦν Ἱεροκήρυκες, γι’ αὐτό θά ἔχω αὐτήν τήν εὐκαιρία, ὅσο καιρό θά εἶμαι στήν διακονία τοῦ Τοποτηρητοῦ, νά ἐπικοινωνῶ μαζί σας καί νά παρουσιάζω μέ συνοπτικό τρόπο, ἕνα μήνυμα ἀπό τήν εὐαγγελική περικοπή τῆς Κυριακῆς.
Σήμερα εἶναι Κυριακή τοῦ Τελώνου καί τοῦ Φαρισαίου καί ἀρχίζει ἡ εὐλογημένη περίοδος τοῦ Τριωδίου, προκειμένου νά ἀγωνισθοῦμε γιά νά φθάσουμε μέ ὑγεία σωματική καί ψυχική στό Πάσχα.
Εἶναι περίοδος ἐντατικῆς προσευχῆς καί ἡ ἀτμόσφαιρα τῆς προσευχῆς εἶναι ἡ πιό κατάλληλη γιά νά ἀποκαλυφθοῦν οἱ ἐσωτερικές διαθέσεις τῶν ἀνθρώπων. Στήν προσευχή παρουσιάζεται ἡ πνευματική κατάσταση τῶν ἀνθρώπων, γι᾿ αὐτό δέν εἶναι τυχαῖο τό γεγονός ὅτι ὁ Χριστός γιά νά ἐκφράση τήν ἀντίθεση μεταξύ τοῦ Φαρισαίου καί τοῦ Τελώνου, τούς παρουσίασε στήν ὥρα τῆς προσευχῆς.
Ὁ Φαρισαῖος μέ τόν τρόπο πού προσευχόταν ἔδειξε ὅτι ζοῦσε μιά διεστραμμένη θρησκευτική κατάσταση, πού ἦταν ἀλύτρωτη. Ὁ Τελώνης μέ τήν προσευχή «ὁ Θεός ἰλάσθητί μοι τῷ ἁμαρτωλῷ» (Λουκ. ιη', 13) ἔδειξε τήν αὐτομεμψία καί ταπείνωσή του, γι᾿ αὐτό «κατέβη δεδικαιωμένος» (Λουκ. ιη', 14). Ὅσο κανείς ἐπιδιώκει μόνος του νά δικαιώση τόν ἑαυτό του, τόσο καί ἀποκόπτεται ἀπό τόν Θεό, ἐνῶ ὅσο κανείς ταπεινώνεται, θεωρώντας τον ἀνάξιο τοῦ θείου ἐλέους, τόσο γίνεται δέκτης τῆς θείας Χάριτος.
Πάντοτε ἡ φαρισαϊκή δικαιοσύνη εἶναι ἔξω ἀπό τήν ἀτμόσφαιρα τῆς θείας Χάριτος.
Κατ᾿ ἀρχάς πρέπει νά ὑπογραμμισθῆ ὅτι ἡ εὐσέβεια δέν εἶναι μιά ἐξωτερική παρουσίαση, ἀλλά ἡ ἕνωσή μας μέ τό Χριστό καί δι᾿ Αὐτοῦ μέ ὅλη τήν Παναγία Τριάδα. Ὁ Ἀπόστολος Παῦλος ταυτίζει τό μυστήριο τῆς εὐσεβείας μέ τήν ἐνανθρώπηση τοῦ Χριστοῦ. Γράφει: «Καί ὁμολογουμένως μέγα ἐστί τό τῆς εὐσεβείας μυστήριον· Θεός ἐφανερώθη ἐν σαρκί, ἐδικαιώθη ἐν Πνεύματι, ὤφθη ἀγγέλοις, ἐκηρύχθη ἐν ἔθνεσιν, ἐπιστεύθη ἐν κόσμῳ ἀνελήφθη ἐν δόξῃ» (Α' Τιμ. γ', 16).
Ἑπομένως ἡ εὐσέβεια δέν εἶναι μιά ἀνθρώπινη ἐκδήλωση καί ἐνέργεια ἀλλά σύνδεση μέ τόν Χριστό, ἡ ὑποκρισία εἶναι μιά ἀφηρημένη κατάσταση. Οἱ ἀρετές τοῦ ὑποκριτοῦ δέν εἶναι καρπός τῆς ἐν Χριστῷ ζωῆς, δέν γίνονται μέσα στό κλίμα τῆς μετανοίας, ἀλλά εἶναι ἀνθρώπινα ἔργα πού γίνονται στήν προσπάθειά του νά προβληθῆ. Ἀντίθετα, τά ἔργα καί οἱ ἀρετές τοῦ εὐσεβοῦς εἶναι καρπός τοῦ Παναγίου Πνεύματος, ἀποτέλεσμα τῆς ἑνώσεώς του μέ τόν Χριστό. Δηλαδή, οἱ ἀρετές ἔχουν ἕνα βαθύ θεολογικό νόημα, δέν εἶναι ἕνας φυσικός τρόπος ζωῆς, ἤ μία συνήθεια, ἀλλά δῶρα καί χαρίσματα τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, τά ὁποῖα δίνονται στόν ἄνθρωπο ἐκεῖνον πού μέ τήν ἐργασία τῶν ἐντολῶν τοῦ Θεοῦ ὑπέταξε τό σῶμα στήν ψυχή καί τήν ψυχή στόν Θεό.
Γίνεται ἀντιληπτό ὅτι τά ἔργα αὐτά καθ᾿ ἑαυτά δέν δικαιώνουν τόν ἄνθρωπο, γιατί «καλές πράξεις» μποροῦν νά κάνουν ὅλοι οἱ αἱρετικοί καί ὅλα τά ἀνθρώπινα ἀλύτρωτα συστήματα, χωρίς ὅμως νά ἐξασφαλίζουν τήν σωτηρία τους. Ὅσες «καλές πράξεις» δέν γίνονται μέσα στό κλίμα τῆς μετανοίας, ἀλλά μέσα στό πνεῦμα τῆς αὐτοδικαιώσεως, χωρίζουν περισσότερο τόν ἄνθρωπο ἀπό τόν Θεό. Ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς διδάσκει ὅτι «τοῦ Θεοῦ μή ἐνεργοῦντος ἐν ἡμῖν πᾶν τό παρ᾿ ἡμῶν γενώμενον ἁμαρτία». Μπορεῖ κάποιος νά κάνη ἐλεημοσύνη, νά ἐξασκῆ τήν ἐγκράτεια κλπ. ἀλλ᾿ ἐπειδή δέν ἔχει τό πνεῦμα τῆς ταπεινώσεως καί δέν συνδέεται μυστηριακά μέ τήν Ἐκκλησία, εἶναι χωρισμένος ἀπό τόν Θεό καί συνεπῶς ὅλη του ἡ ζωή, ἔστω κι ἄν εἶναι ἐγκρατής, εἶναι ἁμαρτωλή.
Ἑπομένως, τά καλά ἔργα αὐτά καθ᾿ ἑαυτά οὔτε δικαιώνουν οὔτε καταδικάζουν τόν ἄνθρωπο, ἀλλά ἡ δικαίωση καί ἡ καταδίκη ρυθμίζεται ἀπό τήν σχέση του μέ τόν Θεάνθρωπο Χριστό. Ὡς παράδειγμα ἔχουμε τούς δυό ληστάς στόν Γολγοθᾶ. Ὁ ἕνας ληστής σώθηκε ὄχι γιά τά καλά του ἔργα, ἀφοῦ ἦταν ἐγκληματίας, ἀλλά γιατί ὁμολόγησε τόν Χριστό. Καί ὁ ἄλλος ληστής καταδικάσθηκε ὄχι γιά τά ἐγκληματικά του ἔργα, ἀφοῦ δέν ἦταν χειρότερος ἀπό τόν πρῶτο, ἀλλά γιατί βλαστήμησε τόν Χριστό. Ἄρα, τήν σωτηρία μας τήν ρυθμίζει ἡ σχέση μας μέ τόν Χριστό καί τήν ἁγία Του Ἐκκλησία, τό Σῶμα Του.
Πρέπει νά σημειωθῆ ὅτι αὐτός πού ἑνώνεται μέ τόν Χριστό καί Τόν ὁμολογεῖ κάνει ἔργα, ἀλλά αὐτά εἶναι καρποί τοῦ Παναγίου Πνεύματος, γιά τά ὁποῖα δέν αἰσθάνεται τήν ἀνάγκη, σάν τόν Φαρισαῖο, νά καυχηθῆ. Μέ αὐτόν τόν τρόπο δείχνει ὅτι ζῆ τό πνεῦμα τῆς σωτηρίας καί εἶναι ἅγιος. Διότι ἡ ἁγιότητα δέν εἶναι μιά ἠθική ἔννοια, ἀλλά ἕνωση τοῦ ἀνθρώπου μέ τόν Χριστό μέσα ατήν Ἐκκλησία.
Εἶναι ἀπόσταγμα τῆς πατερικῆς σοφίας καί τῆς σύγχρονης ἐπιστημονικῆς ἀναλύσεως, ὅτι ὁ ἄνθρωπος ὅσο εἶναι ἁμαρτωλός, τόσο εἶναι ἐπιθετικός. Συνήθως αὐτοί πού ἔχουν ἐσωτερικά προβλήματα καί ἐσωτερική ἀνασφάλεια ἐπιτίθενται συνεχῶς ἐναντίον τῶν ἄλλων. Αὐτό τό βλέπουμε καί στόν Φαρισαῖο τῆς Παραβολῆς. Ἐπειδή ἦταν ὑποκριτής καί ἐγωϊστής δέν περιορίστηκε στό νά καυχηθῆ γιά τίς «ἀρετές» του, ἀλλά ἐπιτέθηκε καί ἐναντίον τοῦ Τελώνου λέγοντας: «οὐκ εἰμί ὥσπερ οἱ λοιποί τῶν ἀνθρώπων... ἤ ὡς οὗτος ὁ τελώνης» (Λουκ. ιη', 11) ἔλεγε.
Ἀντίθετα ὅσοι εἶναι ἐσωτερικά ἐλεύθεροι δέν ὑβρίζουν τόν ἄλλον. Σέβονται τήν ἐλευθερία του. Τέτοιοι εἶναι οἱ ἅγιοι τοῦ Θεοῦ. Πλησιάζεις ἕναν ἅγιο καί αἰσθάνεσαι τήν ἀπέραντη φιλανθρωπία του ἤ μᾶλλον καλύτερα τήν φιλανθρωπία τοῦ Θεοῦ, ἀφοῦ διά τῶν ἁγίων φανερώνεται ὁ Ἴδιος ὁ Χριστός, πού εἶναι τό ἀρχέτυπο τῆς δημιουργίας τοῦ ἀνθρώπου. Ὁ ἅγιος σέ πλησιάζει, ὅταν θελήσης καί ὅσο ἀντέχεις καί μόλις καταλάβει πώς δέν τόν θέλεις, διακριτικά ἀποχωρεῖ. Ὁ ἅγιος μᾶς μιλᾶ στήν γλώσσα μας. Μᾶς καταλαβαίνει καί τόν καταλαβαίνουμε.
Ἀπό τούς ἀνθρώπους τῆς ἐποχῆς μας δέν λείπει ἡ «ἐλευθερία», ἀλλά ὁ Χριστός, πού εἶναι ἡ πραγματική ἐλευθερία, ζωή καί ἀλήθεια. Αὐτή τήν ἐνυπόστατη Ἐλευθερία μᾶς τήν φανερώνουν οἱ ἅγιοι τοῦ Θεοῦ πού καί σήμερα ὑπάρχουν.
Ὁ Τοποτηρητής Μητροπολίτης
+ Ὁ Ναυπάκτου καί Ἁγίου Βλασίου Ἱερόθεος
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου